Μόλις έφθασε η ώρα η πόλη να τουρκέψει και μπήκαν μέσα οι Τούρκοι, έτρεξε ο βασιλιάς μας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, καβάλα στ' άλογό του να τους εμποδίσει. Ήταν πλήθος αρίφνητο η Τουρκιά, χιλιάδες τον έβαλαν στη μέση κι εκείνος χτυπούσε κι έκοβε με το σπαθί του.
Τότε, σκοτώθηκε τ' άλογό του κι έπεσε κι αυτός. Κι εκεί που ένας Αράπης σήκωσε το σπαθί να χτυπήσει το βασιλιά, ήρθε άγγελος Κυρίου και τον άρπαξε και τον πήγε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα.
Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο βασιλιάς και καρτερεί την ώρα να ’ρθει πάλι ο άγγελος να τον σηκώσει. Οι Τούρκοι το ξέρουν καλά αυτό, μα δεν μπορούν να βρουν τη σπηλιά που είναι ο βασιλιάς γι’ αυτό έχτισαν την πόρτα που ξέρουν πως απ’ αυτή θα μπει ο βασιλιάς να τους πάρει πίσω την Πόλη.
Μα, όταν είναι θέλημα Θεού, θα κατεβεί ο άγγελος στη σπηλιά και θα τον ξεμαρμαρώσει και θα του δώσει στο χέρι το σπαθί που είχε στη μάχη. Και θα σηκωθεί ο βασιλιάς και θα μπει στην Πόλη από τη Χρυσόπορτα και, κυνηγώντας με τα φουσάτα του τους Τούρκους, θα τους διώξει ως την Κόκκινη Μηλιά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου