Χρησιμοποιώντας ο Περσέας την ασπίδα του ως καθρέπτη, για να αποκεφαλίσει την Μέδουσα, μας έρχεται στο νου η παλαιά αντίληψη, σύμφωνα με την οποία κάθε αντικατοπτρισμός είναι ψυχή, την οποία αντικατοπτιζούσα ψυχή μπορεί να κλέψει όποιος νεκρός ή δαίμονας βρισκότανε εκεί κοντά.
Με τη δοξασία αυτή σχετίζονται και οι ‘Αρπυιες, για τις οποίες πίστευαν πως είχαν τη δυνατότητα να αρπάζουν τις ψυχές. Απεικόνιση αυτού του ρόλου τους έχουμε στη ζωφόρο ενός ναού στην περιοχή της Λυκίας, όπου οι ‘Αρπυιες έχουν στην αγκαλιά τους μωρά, με τα μωρά να παριστάνουν τις ψυχές.
Κατά την μυθολογία οι ‘Αρπυιες ήτανε κόρες του Θαύμαντα και της Ωκεανίδας Ηλέκτρας και απεικονίζονταν ως φτερωτά όντα με ανθρώπινο πρόσωπο και χέρια αλλά πόδια και νύχια πουλιών.
Μορφή και Δύναμη των Πλασμάτων.
Εντούτοις ως προς αυτήν την περιγραφή ο Βιργίλιος αναφέρει πως τα χέρια τους δεν ήταν όπως του ανθρώπου αλλά είχαν σχήμα αρπάγης. Ως προς τον πατέρα του, τώρα, αυτός ήτανε γιος του Πόντου και της Γαίας και το όνομά του σημαίνει αυτόν που τον θαυμάζεις μην μπορώντας να τον εξηγήσεις, ενώ η μητέρα τους ήτανε κόρη του Ωκεανού.
Εκτός από τις ‘Αρπυιες είχαν και κόρη την Ίριδα, την αγγελιοφόρο των θεών. Στην θεογονία του ο Ησίοδος αναφέρεται σε δύο ‘Αρπυιες, στην Αελλώ ή Αελλόπους (γρήγορη σαν καταιγίδα) και στην Ωκύπετη ή Ωκύποδη (γρήγορη στα πόδια), σ’ αντίθεση με τον Όμηρο που αναφέρει μόνο την Ποδάγρη, που το όνομά της σημαίνει γρήγορη στα πόδια και ταυτίζεται με την Ωκύποδη.
Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πως οι Άρπυιες είναι η καταστροφική δύναμη των καταιγίδων και των θυελλών και θα μπορούσαμε να πούμε πως όταν έχουμε αναφορά σε θύελλες ή μαύρες θύελλες τότε υπονοούνται οι Άρπυιες. Έτσι τις Άρπυιες επικαλείται και η Πηνελόπη όταν ζητά να την πάρουνε οι θύελλες, δηλαδή να πεθάνει.
Πιθανότατα η δοξασία που θέλει τις Άρπυιες να αρπάζουν τις ψυχές θα πρέπει να έχει τις ρίζες της σε μια απώτερη περίοδο, όπου ο πρωτόγονος άνθρωπος ήταν ανήμπορος να αντιδράσει στα τρομερά στοιχεία της φύσεως, και οι τρομερές θύελλες, που άγγιζαν τα όρια των θεομηνιών, ήταν αιτία για την απώλεια ανθρωπίνων ζωών.
Αρπάχτρες Ψυχών και Αγγελιοφόροι Τιμωριών.
Έχουμε λοιπόν κατά πρώτον πως οι Άρπυιες είναι οι θύελλες και οι καταιγίδες ενώ από το γεγονός πως θεωρούνται αρπάχτρες των ψυχών, συμπεραίνουμε πως θεωρούνται δαίμονες που ως στόχο έχουνε την αρπαγή των ψυχών αλλά εξαιτίας τις παρουσίας τους εκδηλώνονται οι καταιγίδες. Δηλαδή η καταστροφική δύναμη των καταιγίδων και των θυελλών είναι το σήμα κατατεθέν της παρουσίας των Αρπυιών σε έναν τόπο.
Λόγο της καταστροφικής τους δύναμης στα μεταγενέστερα χρόνια πίστευαν πως πατέρας τους ήτανε ο Τυφώνας, ο οποίος μάλιστα όταν οι Βορεάδες προσπαθούσαν να τις σκοτώσουν βγήκε από τον Βεζούβιο για να τους εμποδίσει.
Εδώ ο Τυφώνας σχετίζεται με την καταστροφική δράση του Βεζούβιου και πιθανότατα ο Βαλέριος Φλάκκος, που μας διασώζει αυτήν την εκδοχή, περιγράφει κάποια έκρηξή του.
Οι Άρπυιες είναι πιο γνωστές από την περιπέτεια του Φινέα, που σύμφωνα με τον Απολλόδωρο ήτανε γιος του Ποσειδώνα, ενώ κατά άλλους γιος του Αγήνορα ή του Φοίνικα. Σχετικά με την τύφλωσή του και το μαρτύριό του από τις φτερωτές Άρπυιες, υπάρχουνε διάφορες παραλλαγές.
Η παλαιότερη εκδοχή θέλει τον Φινέα (δυνατός νους) να έχει τυφλωθεί επειδή έδειξε τον δρόμο προς την Κολχίδα στον Φρίξο, με αποτέλεσμα να επικαλεσθεί ο Αιήτης τον πατέρα του Ήλιο και αυτός με την σειρά του να τυφλώσει τον Φινέα.
Κατά τον Οπιαννό, τον Φινέα τον τύφλωσε ο Φαέθων, γιος του Ήλιου, επειδή ξεπερνούσε σε μαντική δύναμη τον Απόλλωνα/Ήλιο. Αλλά και άλλη παραδιδόμενη εκδοχή θέλει τον Φινέα να έχει τυφλωθεί από τον Δία, επειδή χρησιμοποιούσε την τέχνη της μαντείας για να αποκαλύπτει τις βουλές των θεών στο ανθρώπινο γένος.
Ως προς την τιμωρία που του επιβλήθηκε από τους θεούς, ο Σοφοκλής αναφέρει πως ο Φινέας μετά τον θάνατο της πρώτης γυναίκας του, Κλεοπάτρας, παντρεύεται την Ειδοθέα, η οποία μισεί τους γιους του Φινέα, για αυτό αφού πρώτα τους τύφλωσε μετά τους έριξε σε μία υπόγεια φυλακή.
Η αδιαφορία όμως του Φινέα για αυτήν την αποτρόπαια πράξη της γυναίκας του, εξόργισε τον Δία, που αποφάσισε να του θέσει ένα δίλημμα, ή να πεθάνει αμέσως ή να ζήσει χωρίς να ξαναδεί το φως του ήλιου. Μπροστά στο δίλημμα αυτό, ο Φινέας διάλεξε τη δεύτερη επιλογή, η οποία όμως πρόσβαλλε τον θεό Ήλιο, που για να τον τιμωρήσει τους έστειλε τις Άρπυιες για να του αρπάζουν και να του βρομίζουν το φαΐ. Συγκεκριμένα κάθε φορά που ο Φινέας προσπαθούσε να φάει, ευθύς αμέσως οι τερατόμορφες ‘Αρπυιες του άρπαζαν το φαΐ από τα χέρια και το στόμα, ενώ το λίγο φαΐ που του απέμενε το βρόμιζαν με μία μυρωδιά που απέτρεπε σε οποιονδήποτε να πλησιάσει στο σημείο που ήτανε ο Φινέας.
Αρχικά ο Φινέας ήταν ήρωας του αρκαδικού κύκλου και αργότερα ενσωματώθηκε στον αργοναυτικό, μετατοπίζοντας τον έτσι από την δύση προς την ανατολή. Για τον λόγο αυτό και πολλά τοπωνύμια του Βοσπόρου και του Πόντου επινοήθηκαν ως μέρη διαμονής του, ενώ και ο Ησίοδος λέει πως οι Άρπυιες άρπαξαν τον Φινέα και τον πήγαν στην χώρα τον Σκύθων.
Η πληροφορία του Ησιόδου σε πρώτο βαθμό ερμηνείας, μας λέει πως οι δυνατοί άνεμοι των καταιγίδων άρπαξαν τον Φινέα και τον πήγαν στους Σκύθες, παραπέμποντας έτσι στο παραμύθι «ο μάγος του Όζ», όπου οι δυνατοί άνεμοι άρπαξαν την Ντόροθη και την οδήγησαν εκεί πέρα. Σε δεύτερο όμως βαθμό μήπως υπονοείται πως η ψυχή του Φινέα αρπάχτηκε από αυτές και οδηγήθηκε στους Σκύθες, στην χώρα των οποίων υπήρχε μία Έχιδνα, η οποία θεωρείται μητέρα των Σκύθων από την ένωσή της με τον Ηρακλή;
Οι Αργοναύτες και οι Άρπυιες.
Προς την ανατολή όμως έχει μετακινηθεί και όλος ο αργοναυτικός μύθος από έναν Μιλήσιο ποιητή. Κατά την αρχαιότερη εκδοχή, η Κολχίδα και η πρωτεύουσα της Αία βρίσκονταν στην Δύση κοντά στην χώρα των Εσπερίδων.
Σύμφωνα με τον αργοναυτικό μύθο, όταν οι αργοναύτες έφτασαν στον τόπο τιμωρίας του Φινέα, αυτός δέχτηκε να τους δώσει τις πληροφορίες που θέλουνε σχετικά με την Κολχίδα με την προϋπόθεση πως αυτοί θα τον απαλλάξουν από τις Άρπυιες. Έτσι οι δύο Βορεάδες (γιοι του ανέμου Βοριά) δέχονται να σκοτώσουν τις Άρπυιες.
Επίσης σύμφωνα με μία εκδοχή οι αργοναύτες είχαν μαζί τους τον Ασκληπιό, ο οποίος του ξανάδωσε το φως του. Πάντως με την ίαση έχει σχέση και ο Ιάσονας, αφού το όνομά του παράγεται από το ρήμα ιάω=θεραπεύω, ανατράφηκε από τον κένταυρο Χείρωνα, όπως και ο Ασκληπιός, ενώ λεξαριθμικά το όνομά του ταυτίζεται με του Απόλλωνα, πατέρα του Ασκληπιού. (ΙΑΣΩΝ=1061=ΑΠΟΛΛΩΝ).
Όπως είπαμε οι δυο Βορεάδες είναι οι γιοι του Βορέα, για τους οποίους τα ορφικά κείμενα λένε πως ήτανε το ίδιο γρήγοροι με τις Άρπυιες Ως γιοι του Βοριά οι Βορεάδες είναι ψυχροί και βίαιοι άνεμοι, οι οποίοι σε συνδυασμό με τις Άρπυιες παραπέμπουν σε δαιμονιώδη θύελλα με τρομερούς βόρειους ανέμους.
Το ότι οι Βορεάδες δεν σκότωσαν τελικά τις Άρπυιες οφείλεται στην Ίριδα, αγγελιοφόρο των θεών, η οποία έφερνε το νερό της Στύγας, στο οποίο έδιναν οι θεοί το βαρύτερο όρκο.
Επομένως η παρουσία της Ίριδας όταν οι Άρπυιες έδωσαν την υπόσχεσή τους, παραπέμπει σε όρκο στα ιερά μαύρα ύδατα της Στυγός. Στην αρχαιοελληνική τέχνη η Ίριδα απεικονίζεται να κρατάει το Κηρύκειο, γεγονός που την σχετίζει με τον Έρμη.
Έτσι ο Ησίοδος όταν λέει πως τους Βορεάδες δεν τους σταμάτησε η Ίριδα αλλά ο Ερμής δεν κάνει λάθος. Γενικά η Ίριδα είναι τα επτά χρώματα του λευκού φωτός και το ουράνιο τόξο, επομένως χαρακτηρίζει το τέλος των καταιγίδων.
Βλέπουμε λοιπόν πως από το γένος του Θαύμαντα προέρχονται οι μαύρες θύελλες και το ουράνιο τόξο, επομένως ο Θαύμαντας είναι αυτός που τα γεννάει, δηλαδή η αιτία των καταιγίδων.
Γνωρίζοντας, λοιπόν, πως η Ίριδα είναι κόρη του Θαύμαντος και της Ηλέκτρας μπορούμε να πούμε πως η Ηλέκτρα συμβολίζει τις σταγόνες της βροχής που αναλύουν το ηλιακό φως, δημιουργώντας το ουράνιο τόξο.
Απ’ την άλλη ο Θαύμας, ως γενεσιουργός αιτίας των καταιγίδων, στα μετέπειτα χρόνια έδωσε την θέση του στην Αιγίδα του Δία, την οποία του την είχε κάνει δώρο ο Ήφαιστος. Έτσι έχουμε ενσωμάτωση του Θαύμαντος μέσα στην Ολύμπια λατρεία και την κόρη του Ίριδα να γίνεται η αγγελιοφόρος των θεών.
Άρπυιες και Vampire.
Από την ιδιότητα των A Αρπυιών να αρπάζουν τις ψυχές των ζωντανών έχει προέλθει και ο μύθος των βαμπίρ. Το βαμπίρ είναι προϊόν συσσώρευσης, η συνισταμένη των πιο σκοτεινών ανθρώπινων φόβων και των βαθύτερων πεποιθήσεων και το οποίο “ζει” πέρα από το φυσικό θάνατο, ενώ οι μύθοι, οι σχετικοί με την προέλευσή του, υποδεικνύουν την πολύ ισχυρή σύνδεσή του με το σύμβολο του φιδιού.
Το βαμπίρ επανέρχεται στο κόσμο των ζωντανών επειδή βρίσκει ανέπαφο το σώμα του και για να μπορέσει να επιβιώσει παίρνει τις ψυχές των ζωντανών. Για αυτό και πάρα πολλοί λαοί κομμάτιαζαν τα νεκρά σώματα πριν τα θάψουν.
Συγγραφέας: Γρηγόρης Μιχαλόπουλος
Πηγή: http://www.metafysiko.gr/?p=1175
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου